αγριόγατος

αγριόγατος
ο , αγριόγατα η дикая (или одичавшая) кошка

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "αγριόγατος" в других словарях:

  • αγριόγατος — Σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των αιλουροειδών. Οι α. ζουν στα πυκνά δάση της ανατολικής και της κεντρικής Ευρώπης. Ζουν επίσης σε διάφορες περιοχές της ορεινής Σκοτίας. Είναι ζώα επικίνδυνα. Το σώμα τους είναι πιο μεγάλο από της… …   Dictionary of Greek

  • αγριόγατος — ο θηλαστικό ζώο της οικογένειας Aιλουρίδες που μοιάζει με την κοινή γάτα αλλά είναι μεγαλύτερο απ’ αυτήν …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • αγριογατούδι — το ο μικρός αγριόγατος …   Dictionary of Greek

  • αγριοκάτης — ἀγριοκάτης, ο (Μ) ο αγριόγατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < επίθ. ἄγριος + ουσ. κάτης] …   Dictionary of Greek

  • αγριοκάτσουλος — ο ο αγριόγατος* …   Dictionary of Greek

  • αγριόγατο — το μικρός αγριόγατος* …   Dictionary of Greek

  • αγριόκατος — ἀγριόκατος, ο (Μ) ο αγριόγατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < επίθ. ἄγριος + ουσ. κάτης] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»